G.S.C.C.: Αυξήθηκε ο ελληνόκτητος στόλος
- Λεπτομέρειες
- Κατηγορία: ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ - ΕΡΕΥΝΕΣ
- Δημοσιεύτηκε στις Δευτέρα, 11 Μαρτίου 2024 16:57
Για 37η συνεχή χρονιά το G.S.C.C. παρουσιάζει στατιστικά στοιχεία, για τα ελληνόκτητα πλοία άνω των 1.000 GT, νηολογημένα υπό ελληνική και άλλες σημαίες. Τα στοιχεία έχουν παρασχεθεί από την S&P Global Market Intelligence.
Σε σύγκριση με τα αντίστοιχα στοιχεία του προηγούμενου έτους, δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια του έτους έως τον Μάρτιο του 2024, ο ελληνόκτητος στόλος αυξήθηκε ως προς τον αριθμό των πλοίων, DWT και GT. Σύμφωνα με τα στοιχεία, στις 4 Μαρτίου 2024, τα ελληνικά συμφέροντα έλεγχαν ρεκόρ 4.212 πλοίων διαφόρων κατηγοριών, 355.209.500 συνολικά DWT και 208.252.588 συνολικά GT. Σε σύγκριση με τα στοιχεία του προηγούμενου έτους, αυτό αντιπροσωπεύει αύξηση 102 πλοίων, 5.992.356 DWT και 3.905.226 GT. Τα στοιχεία δεν περιλαμβάνουν 373 πλοία διαφόρων κατηγοριών που βρίσκονται σε παραγγελία από ναυπηγεία, συνολικής χωρητικότητας 33.143.130 DWT και 22.889.399 GT. Είναι ενδιαφέρον ότι τα στοιχεία του βιβλίου παραγγελιών αντιπροσωπεύουν αύξηση 50% στις νέες παραγγελίες, γεγονός που υποδηλώνει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για πλοία νέας τεχνολογίας από Έλληνες πλοιοκτήτες. Για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια, ο στόλος που είναι νηολογημένος υπό ελληνική σημαία παρέμεινε σταθερός όσον αφορά τον αριθμό των πλοίων, εξακολουθώντας να περιλαμβάνει 496 πλοία. Αυτό αντανακλά το θετικό αποτέλεσμα των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων στο ελληνικό νηολόγιο. Ωστόσο, σημειώθηκε μικρή μείωση όσον αφορά τα DWT και GT, με τα στοιχεία να ανέρχονται πλέον σε 30.759.394 GT και 51.694.269 DWT, σε σύγκριση με τα στοιχεία του προηγούμενου έτους που ήταν 31.150.523 GT και 52.768.867 DWT. Ο ελεγχόμενος από την Ελλάδα στόλος είναι νηολογημένος κάτω από περίπου 32 σημαίες. Συνολικά, οι σημαίες της Λιβερίας και της Νήσου Μάρσαλ βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του ελληνόκτητου στόλου με 1.159 και 1.096 ελληνόκτητα πλοία, αντίστοιχα, στα νηολόγιά τους. Όσον αφορά το DWT, η Λιβερία αντιπροσωπεύει 104.171.885, αντιπροσωπεύοντας το 29,3%, και οι Νήσοι Μάρσαλ αντιπροσωπεύουν το 86.425.552, αντιπροσωπεύοντας το 24,3% του συνολικού DWT του ελληνόκτητου στόλου.
Ακολουθεί η ελληνική σημαία με 496 πλοία χωρητικότητας 51.694.269 DWT. Σημειώνεται ότι η ελληνική σημαία παραμένει στην τρίτη θέση παγκοσμίως όσον αφορά το DWT, καθώς αντιπροσωπεύει το 14,5% του συνολικού DWT του ελληνόκτητου στόλου.
Όσον αφορά το DWT, ακολουθεί η Μάλτα με 536 πλοία 48.815.924 DWT, αντιπροσωπεύοντας το 13,7% του συνολικού DWT του ελληνόκτητου στόλου. Ακολουθεί ο Παναμάς με 327 πλοία των 21.697.189 DWT, οι Μπαχάμες με 202 πλοία των 17.549.992 DWT και η Κύπρος με 234 πλοία των 16.812.743 DWT.
Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι ο συνολικός αριθμός των πλοίων που είναι νηολογημένα υπό σημαία της ΕΕ ανέρχεται σε 1.278, αντιπροσωπεύοντας το 30,3% του ελληνικού στόλου. Ο αριθμός αυτός μειώθηκε ελαφρά, σε σύγκριση με τον αριθμό των 1.280 πλοίων του προηγούμενου έτους, που αντιπροσώπευαν το 31,1% του ελληνικού στόλου.
Όσον αφορά το βιβλίο παραγγελιών ως προς τον τύπο του πλοίου, αυτή τη στιγμή υπάρχουν 112 πετρελαιοφόρα υπό παραγγελία για λογαριασμό Ελλήνων εφοπλιστών, 32 δεξαμενόπλοια χημικών προϊόντων και προϊόντων, 77 δεξαμενόπλοια υγροποιημένου αερίου, 107 πλοία μεταφοράς μεταλλεύματος και χύδην φορτίου, 35 πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και 10 φορτηγά πλοία υπό παραγγελία.
Ο μέσος όρος ηλικίας του ελληνικού στόλου όσον αφορά τα πλοία αυξήθηκε ελαφρώς σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, αλλά παρόλα αυτά εξακολουθεί να είναι 4,5 χρόνια κάτω από τον μέσο όρο ηλικίας του παγκόσμιου στόλου.
Ο μέσος όρος ηλικίας του ελληνικού στόλου όσον αφορά τα πλοία ανέρχεται πλέον στα 13,7 έτη, έναντι 18,2 ετών για τον παγκόσμιο στόλο. Όσον αφορά το GT και το DWT, είναι 12,1 και 12 έτη αντίστοιχα, έναντι 13,1 και 12,8 του παγκόσμιου στόλου.
Ο μέσος όρος ηλικίας του υφιστάμενου υπό ελληνική σημαία στόλου κατέγραψε μικρή αύξηση όσον αφορά τον αριθμό των πλοίων, φτάνοντας πλέον τα 15,5, σε σύγκριση με τα 15 το 2023. Μικρή αύξηση σημειώθηκε επίσης όσον αφορά το GT και το DWT, με τιμές 10,3 και 9,9 αντίστοιχα, έναντι 10 και 9,7 ετών το 2023.