Λιγότερες και πιο ισχυρές ναυτιλιακές εταιρείες
- Λεπτομέρειες
- Κατηγορία: ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ - ΕΡΕΥΝΕΣ
- Δημοσιεύτηκε στις Τετάρτη, 20 Μαρτίου 2019 08:36
Λιγότερες ναυτιλιακές εταιρείες, αλλά με περισσότερα πλοία είναι το συμπέρασμα για την πορεία της ελληνικής ναυτιλίας κατά την διάρκεια του 2018, δείγμα της τάσης συγκέντρωσης που καταγράφεται στον κλάδο, αλλά και της ανάγκης για ισχυροποίηση των υφιστάμενων εταιρειών, μέσω συμμαχιών, προκειμένου να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις διεθνείς προκλήσεις. Αυτό είναι ένα από τα συμπεράσματα από την τελευταία ετήσια έρευνα της Petrofin Research για την πορεία της ελληνικής ναυτιλίας.
Ειδικότερα, ο αριθμός των εταιρειών κατέγραψε την έβδομη διαδοχική ετήσια πτώση, παρά την σταθερή εισροή νέων σχημάτων στον κλάδο. Συνολικά πλέον λειτουργούν 588 ναυτιλιακές εταιρείες, έναντι 597 πριν από ένα χρόνο. Οι εν λόγω εταιρείες ελέγχουν συνολικά 5.508 πλοία, από 5.281 το 2017, μια αύξηση, της τάξεως του 4,3%. Σε όρους μεταφορικής ικανότητας, η αύξηση αγγίζει τους 25 εκατ. τόνους dwt, ή 6,5%, καθώς ο ελληνικός στόλος ανέρχεται πλέον σε 412,3 εκατ. τόνους, από 387,25 εκατ. τόνους το 2017.
Σύμφωνα με την Petrofin, πρόκειται για μια σημαντική άνοδο, η οποία τροφοδοτήθηκε κυρίως από καλής ποιότητας, σχετικά νέα σε ηλικία μεταχειρισμένα πλοία, αλλά και από νεότευκτα.
Ενδιαφέρον και ενδεικτικό της αυξημένης στροφής των Ελλήνων πλοιοκτητών σε μεταχειρισμένα πλοία είναι το γεγονός ότι παρατηρείται μικρή άνοδος της μέσης ηλικίας του ελληνόκτητου στόλου, σε 12,08 έτη, από 11,8 το 2017. Πρόκειται για την πρώτη τέτοια αύξηση της ηλικίας εδώ και αρκετά χρόνια.
Αναφορικά με την πορεία του στόλου ανά κατηγορία, τα φορτηγά πλοία καταγράφουν άνοδο κατά 192, σε 2.361 πλοία, με την μεταφορική ικανότητα να είναι ενισχυμένη κατά 15,7 εκατ. τόνους dwt. Τον στόλο αυτό διαχειρίζονται σήμερα 315 εταιρείες. Στα δεξαμενόπλοια, ο στόλος καταγράφει αύξηση σε 1.048 πλοία (από 1.004 πέρσι), με την μεταφορική ικανότητα να ανέρχεται σε 159 εκατ. τόνους dwt, από 149,45 εκατ. τόνους πέρσι. Μεγάλη άνοδο σημειώνει και ο στόλος των πλοίων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου στα 105 πλοία, από 82 το 2017.
Παρόλα αυτά, οι πλοιοκτήτες που ελέγχουν πλέον στόλο μεταφορικής ικανότητας άνω του 1 εκατ. τόνων dwt είναι πλέον 77, από 75 το 2017 και 68 το 2016. Παράλληλα, αποτελούν πλέον το 80% του ελληνόκτητου στόλου. Πτώση καταγράφουν αντίστοιχα και οι μικρές εταιρείες του 1-2 πλοίων η καθεμία, καθώς δεν ξεπερνούν τις 218, από 233 που ήταν το 2017 και 265 το 2016.
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό συμπέρασμα από την έρευνα της Petrofin είναι η τάση συρρίκνωσης των νεότερης ηλικίας πλοίων. Συγκεκριμένα, ο στόλος των πλοίων έως εννιά ετών, που ανήκουν σε εταιρείες με στόλο άνω των 25 πλοίων η καθεμία (δηλαδή στην ανώτερη κατηγορία), έχει καταγράψει πτώση, με την μεταφορική ικανότητα να υποχωρεί σε 168,13 εκατ. τόνους dwt, έναντι 199,8 εκατ. τόνους dwt πριν από ένα χρόνο. Οι δε εταιρείες που ελέγχουν τα πλοία είναι πλέον 23, έναντι 31 το 2017.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η τάση αυτή μείωσης των νεότερων πλοίων, εξηγείται από το γεγονός ότι έχουν μειωθεί οι παραλαβές νεότευκτων πλοίων. Αντίστοιχα, οι εταιρείες με στόλο άνω των 25 πλοίων μειώθηκαν πέρσι, εξαιτίας της πώλησης κάποιων από τα παλιότερα πλοία τους.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο κ. Τεντ Πετρόπουλος, επικεφαλής της Petrofin Research, οι τρεις απαραίτητες προϋποθέσεις για να συνεχιστεί η ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας, είναι η δέσμευση για συνεχείς επενδύσεις, τόσο σε πλοία, όσο και σε προσωπικό και συστήματα, η προσδοκία υγιών αποδόσεων των εν λόγω επενδύσεων, μέσω της ναυλαγοράς και τρίτον η ύπαρξη επαρκών κεφαλαίων χρηματοδότησης.
«Είναι προφανές ότι η Ελληνική ναυτιλία διαθέτει και τα τρία παραπάνω στοιχεία, με τους Έλληνες πλοιοκτήτες να αριστεύουν στην πραγματοποίηση επενδύσεων επέκτασης των δραστηριοτήτων τους στο σωστό χρόνο, ώστε να αντιμετωπίσουν τις συνεχείς μεταβολές στις προοπτικές των επιμέρους ναυτιλιακών αγορών», αναφέρει ο ίδιος.
Πάντως, το 2018, αντλήθηκαν μόλις 8 δις δολάρια παγκοσμίως από ναυτιλιακές εταιρείες (μέσω των κεφαλαιαγορών, της έκδοσης ομολόγων και μετοχών), μέγεθος που αποτελεί μόλις το 1% της αξίας του παγκόσμιου στόλου. Ως εκ τούτου και με δεδομένο ότι οι παραδοσιακές τράπεζες που χρηματοδοτούσαν την ναυτιλία, είτε απέχουν, είτε έχουν περιορίσει σημαντικά την έκθεσή τους στον κλάδο, οι πλοιοκτήτες έχουν στραφεί σε εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης των επενδύσεών τους, μέσω μη τραπεζικών πηγών.
Στο πλαίσιο αυτό, το leasing, τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, αλλά και η αύξηση των ίδιων κεφαλαίων που δαπανούν οι ίδιοι οι πλοιοκτήτες, τροφοδοτούν το “success story” της ελληνικής ναυτιλίας. Κατά την Petrofin, η τάση αυτή θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, διατηρώντας τον ελληνόκτητο στόλο στην πρώτη θέση παγκοσμίως.
Πηγή: Petrofin Research, economistas.gr