Β. Κορκίδης: Το επιπλέον τέλος στα «φθηνά» δέματα από τρίτες χώρες περιορίζει τον «ακριβό» αθέμιτο ανταγωνισμό στην Ευρώπη
- Λεπτομέρειες
- Κατηγορία: ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
- Δημοσιεύτηκε στις Πέμπτη, 22 Μαΐου 2025 16:29

Σε άρθρο του στο ΑΠΕ ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης αναφέρει τα ακόλουθα: "Η Κίνα την τελευταία δεκαπενταετία έχει χτίσει ένα ισχυρό οικοσύστημα διαδικτυακών πωλήσεων για να στηρίξει την εξαγωγική της μηχανή και μάλιστα με λιγότερες, αλλά περισσότερο προσβάσιμες και λειτουργικές πλατφόρμες. Λόγω της επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ το ηλεκτρονικό εμπόριο της Κίνας αναμένεται να δοκιμαστεί και ήδη σχεδιάζονται επιπλέον ενισχύσεις στις κινεζικές επιχειρήσεις, ώστε να ξεπεράσουν το κρίσιμο σημείο με αύξηση των εξαγωγών σε άλλες περισσότερες χώρες. Κάτω λοιπόν από αυτές τις συνθήκες η Ευρώπη μάς εξέπληξε ευχάριστα, αφού φαίνεται προετοιμασμένη και αποφασισμένη να αντιμετωπίσει την γνωστή κατάσταση των «φθηνών δεμάτων» που εισέρχονται στην Ευρώπη ατελώς και πλημμυρίζουν τις τοπικές αγορές, αφαιρώντας τζίρο από τις ευρωπαϊκές φυσικές και διαδικτυακές επιχειρήσεις λιανικής. Έτσι σύμφωνα με την επιστολή του Επιτρόπου Εμπορίου προτείνεται να ισχύσει επιπλέον τέλος διαχείρισης των μικροδεμάτων και στις 27 εθνικές τελωνειακές υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συγκεκριμένα, προτείνεται να επιβληθεί από τις εθνικές κυβερνήσεις της ΕΕ-27 ένα τέλος της τάξης των 2 ευρώ σε όλα τα μικρά δέματα που εισέρχονται στην ευρωπαϊκή αγορά από κινεζικές πλατφόρμες ηλεκτρονικού λιανεμπορίου χαμηλού κόστους. Τα τέλη θα ισχύουν για δέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ, που πηγαίνουν σε ιδιώτες, ενώ όσα πηγαίνουν στις αποθήκες ή σε κέντρα διανομής θα εξακολουθήσουν να έχουν το ίδιο τέλος, δηλαδή 50 λεπτά. Τα έσοδα από τα τέλη θα προορίζονται για την ενίσχυση των τελωνειακών ελέγχων, καθώς οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να προσλάβουν νέο προσωπικό για να μπορούν να αντεπεξέρχονται στον αυξημένο φόρτο εργασίας. Η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώθηκε σχετικά με τη μεταρρύθμιση του πρόσθετου τέλους, αλλά και του σχεδίου για τη δημιουργία ενιαίας Τελωνειακής Αρχής της ΕΕ καθώς και ενός ενιαίου συστήματος πληροφορικής σε κοινοτικό επίπεδο για την εξυπηρέτηση τόσο των επιχειρήσεων, όσο και των εθνικών τελωνειακών αρχών, αναμένοντας μια κοινή θέση από τις 27 χώρες της ΕΕ.
Άλλωστε η ΕΕ και τώρα επιβάλλει δασμούς 2% στις εισαγωγές από τρίτες χώρες όπως γεωργικών και βιολογικών προϊόντων, χημικών, φαρμακευτικών και ιατρικών προϊόντων, αλλά με κάποιες εξαιρέσεις όπως για πειραματόζωα, θεραπευτικές ουσίες ανθρώπινης προέλευσης και προϊόντα που προορίζονται για την ιατρική έρευνα. Επιπλέον, η ΕΕ επιβάλλει δασμούς «Anti-Dumping» σε προϊόντα από τρίτες χώρες που θεωρούνται ότι πωλούνται σε χαμηλότερες τιμές από αυτές της αγοράς τους, προκειμένου να προστατεύσει τις εγχώριες βιομηχανίες. Οι δασμοί της ΕΕ δεν περιορίζονται μόνο στο 2% για τρίτες χώρες και μάλιστα διαφέρουν ανάλογα με το είδος του προϊόντος, εφαρμόζοντας τη δασμολογική κλάση «TARIC» για κάθε προϊόν. Ο δασμός μπορεί να είναι από 0% έως και πάνω από 50%, ανάλογα με το είδος του προϊόντος, την καταγωγή του και τις εμπορικές συμφωνίες, ενώ για τα αγροτικά προϊόντα οι δασμοί είναι σημαντικά υψηλότεροι. Ωστόσο η μέση τιμή των δασμών της ΕΕ είναι περίπου 2-4%, ενώ ο μέσος όρος της δασμολογικής επιβάρυνσης στα βιομηχανικά προϊόντα από τρίτες χώρες είναι μεταξύ 2%-3%.
Οι χώρες της ΕΕ εισήγαγαν πέρυσι 4,6 δισ. δέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ από τρίτες χώρες και κυρίως από την Κίνα. Ο όγκος τους μάλιστα τα τελευταία χρόνια συνεχίζει να αυξάνεται, δημιουργώντας αθέμιτο ανταγωνισμό για τους παραγωγούς και εμπόρους της ΕΕ, όπως επίσης και άλλα σύνθετα προβλήματα, καθώς τα φθηνά προϊόντα είναι συχνά χαμηλής ποιότητας. Η αύξηση από 0,5 σε 2 ευρώ στα τέλη των μικροδεμάτων εκτός από τα επιπλέον έσοδα άνω των 9 δισ. ευρώ, έχει ως στόχο να αναγκάσει τις πλατφόρμες να στέλνουν τις αποστολές τους στις αποθήκες της ΕΕ και εν συνεχεία να διανέμονται από εκεί στον τελικό παραλήπτη. Το κυρίως πρόβλημα με τη ροή των δεμάτων σήμερα είναι ότι οι καταναλωτές έχουν γίνει οι εισαγωγείς, παρακάμπτοντας τους ελέγχους για την ασφάλεια αυτών των προϊόντων. Σύμφωνα με Ευρωπαίους αξιωματούχους τα μικροδέματα αυτά από τρίτες χώρες δεν είναι τελικά, καθόλου φθηνά για την ευρωπαϊκή κοινωνία και απασχόληση, ούτε μικρά, αφού τόσο ο αθέμιτος ανταγωνισμός, όσο και η επεξεργασία της ανακύκλωσης των αποβλήτων τους έχουν υψηλό οικονομικό κόστος.
Το μοντέλο της Κίνας είναι βασικά γνωστό, αφού θέλει και μπορεί «να παίζει το παιχνίδι μόνη της», ελέγχοντας κάθε στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας σε ξένο έδαφος, επιλέγοντας την «in house» προσέγγιση και αγνοώντας την «outsoursing» συμμετοχή της τοπικής και εθνικής κοινωνίας και οικονομίας. Με τεράστια επενδυτικά κεφάλαια στην Ευρώπη, έχει αναπτύξει ένα δίκτυο logistics και εμπορίας αγαθών «χωρίς μεσάζοντες», ώστε να επωφελείται με τα περισσότερα έσοδα. Η Kίνα χρησιμοποιεί μια παραλλαγή του εμπορικού μοντέλου b2c, αφού ως «παγκόσμιο εργοστάσιο» απευθύνεται απευθείας σε 8 δισεκατομμύρια καταναλωτές, πουλώντας τα προϊόντα στη λιανική σε πολύ χαμηλό κόστος από ό,τι τιμολογεί στη χονδρική, ακυρώνοντας κάθε κανόνα συγκέντρωσης και χρήσης προσωπικών δεδομένων, δημιουργώντας ξεκάθαρα αθέμιτο ανταγωνισμό από τη συγκέντρωση της παραγωγής, των logistics και του λιανεμπορίου της Ευρώπης.
Υπολογίζεται πως παγκοσμίως υπάρχουν 26,5 εκατομμύρια e-shops, 3,5 εκατομμύρια στις ΗΠΑ που όπως φιλοξενούνται σε μεγάλες γνωστές πλατφόρμες, περίπου 700.000 στην Ευρώπη και πάνω από 103.000 ηλεκτρονικά καταστήματα στην Ελλάδα. Επίσης εκτιμάται πως άνω του 20% του κύκλου εργασιών στο παγκόσμιο λιανικό εμπόριο αφορά, e-sales, το μεγαλύτερο μερίδιο του οποίου σε όγκο έχουν οι τρεις μεγάλες κινεζικές πλατφόρμες και πολύ γνωστές σε 8 στους 10 καταναλωτές που προτιμούν διαδικτυακές αγορές. Είναι λοιπόν θετικό πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει την έναρξη της τελωνειακής μεταρρύθμισης ήδη από το επόμενο έτος, αντί για το 2028. Ορθώς προτείνεται το τέλος διαχείρισης να είναι ένα προσωρινό μέτρο, ώστε να εφαρμοστεί άμεσα, έως ότου εκδοθεί το αναθεωρημένο εγχειρίδιο τελωνειακών κανόνων που θα καταργεί την απαλλαγή από τον φόρο για δέματα κάτω των 150 ευρώ και ενδεχομένως πολλά άλλα «τελωνειακά παράθυρα» αθέμιτου ανταγωνισμού".