Χωρίς σύστημα ποινών η σχεδιαζόμενη συμφωνία για το κλίμα
- Λεπτομέρειες
- Κατηγορία: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
- Δημοσιεύτηκε στις Τετάρτη, 14 Οκτωβρίου 2015 15:24
Οι λέξεις «κυρώσεις» ή «ποινές» δεν περιλαμβάνονται στο λεξιλόγιο των διαπραγματευτών του κλίματος. Και η απουσία δεσμευτικής ισχύος θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραίο λάθος στο δρόμο για μια νέα διεθνή συμφωνία έως τα τέλη του έτους. Σχεδόν 200 χώρες αναμένεται να συμμετάσχουν στη Σύνοδο για το Κλίμα που οργανώνει ο ΟΗΕ στο Παρίσι από τις 30 Νοεμβρίου έως τις 11 Δεκεμβρίου. Στόχος είναι η υπογραφή μιας συμφωνίας που θα περιορίζει την άνοδο της θερμοκρασίας έως το τέλος του αιώνα κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου.
Η παταγώδης αποτυχία της προηγούμενης συνόδου στην Κοπεγχάγη το 2009 στοιχειώνει διοργανωτές και διαπραγματευτές, οι οποίοι θα βρεθούν στο επίκεντρο της παγκόσμιας προσοχής για ένα ζήτημα πραγματικά πλανητικής κλίμακας.
Όμως η ιδέα της τιμωρίας όσων χωρών δεν τηρούν τις υποσχέσεις τους για μείωση των εκπομπών άνθρακα δείχνει να έχει εγκαταλειφθεί.
Η άποψη που έχει επικρατήσει, δηλώνει στο Reuters η Κριστίνα Φιγκέρες, επικεφαλής της Γραμματείας Κλιματικής Αλλαγής στον ΟΗΕ, είναι ότι οποιαδήποτε συμφωνία «πρέπει να είναι περισσότερο συνεργατική παρά τιμωρητική».
«Ακόμα και αν υπάρχει ένα σύστημα ποινών, αυτό δεν εγγυάται την εφαρμογή του ή τη λήψη καλύτερων μέτρων» είπε.
Οι επικριτές αυτής της προσέγγισης προειδοποιούν ότι η απουσία ενός συστήματος που εγγυάται τη συμμόρφωση θα αποδυνάμωνε τη συμφωνία σε βαθμό που θα καταντούσε ανούσια.
Αυτό πιστεύει για παράδειγμα η σοσιαλιστική κυβέρνηση της Βολιβίας, η οποία ζητά την ίδρυση Διεθνούς Δικαστηρίου Περιβάλλοντος για την επιβολή κυρώσεων.
Στο άλλο στρατόπεδο, οι δύο μεγαλύτεροι ρυπαντές, ΗΠΑ και Κίνα, έχουν ξεκαθαρίσει ότι δεν θα δεχθούν διεθνή επιτήρηση των προσπαθειών τους.
Ακόμα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως, η οποία πιέζει για μια δεσμευτική συμφωνία, στρέφεται όλο και περισσότερο στην ιδέα ενός συστήματος που θα επανεξετάζει τις εθνικές δεσμεύσεις ανά πέντε χρόνια με στόχο τη μείωση των εκπομπών κατά 50% έως το 2050.
Με την επιβολή ποινών διαφωνούν εξάλλου πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, ζητώντας η διεθνής συμφωνία να έχει δεσμευτική ισχύ μόνο για τις πλούσιες χώρες που ευθύνονται περισσότερο για την κλιματική αλλαγή.
Όπως σχολιάζει στο Reuters ο Νικ Μάμπεϊ, η συμφωνία του Παρισιού πιθανότατα δεν θα μοιάζει με τις συνθήκες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, ο οποίος μπορεί να επιβάλλει ποινές, αλλά με τις διεθνείς συνθήκες για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων, οι οποίες βασίζονται περισσότερο στις προθέσεις των χωρών που τις υπογράφουν. Η φράση-κλειδί σε ένα τέτοιο σύστημα, είπε ο Μάμπεϊ, είναι «εμπιστέψου αλλά επιβεβαίωσε».
Η Κριστίνα Φιγκέρες δηλώνει πιο αισιόδοξη για την επιτυχία της συμφωνίας, καθώς θεωρεί ότι η διεθνής κοινότητα μπορεί να έχει συμφέρον να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή. Για παράδειγμα, ο περιορισμός της ρύπανσης από ορυκτά καύσιμα στην Κίνα θα μπορούσε να βελτιώσει την υγεία εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. Επιπλέον, η μείωση του κόστους των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σημαίνει ότι οι πράσινες τεχνολογίες βοηθούν την οικονομική ανάπτυξη αντί να την περιορίζουν.
Μέχρι στιγμής, μόνο περίπου 150 κυβερνήσεις έχουν καταθέσει στον ΟΗΕ δεσμεύσεις για μειώσεις στις εγχώριες εκπομπές άνθρακα.
Σύμφωνα με την οργάνωση Climate Analytics, με βάση τις υποσχέσεις αυτές η άνοδος της θερμοκρασίας έως το 2100 θα φτάσει τους 2,7 βαθμούς Κελσίου, αρκετά πάνω από το συμφωνημένο όριο των 2 βαθμών.
Επιμέλεια: Βαγγέλης Πρατικάκης
Newsroom ΔΟΛ