Πεμ04252024

Last updateΔευ, 01 Ιουλ 2024 7am

Ισοζύγιο Πληρωμών (Ιανουάριος – Ιούλιος 2016)

isozugio euro

Η ελλειμματικότητα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών συνεχίζεται και κατά το επτάμηνο του 2016, αλλά με μειωμένο ρυθμό έναντι του αντιστοίχου επταμήνου 2015. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, το έλλειμμα της περιόδου Ιανουαρίου – Ιουλίου 2016 περιορίσθηκε σε -1.070,3 εκατ. € έναντι -1.376,6 εκατ. € της αντιστοίχου περιόδου 2015 (-22%).

Επίσης το αντίστοιχο έλλειμμα του Ιουλίου 2016 μειώθηκε σε -1.433,1 εκατ. € από -2.506,8 εκατ. € του Ιουλίου 2015 (-43%). Η μείωση του ελλείμματος του επταμήνου αποδίδεται στην σημαντική μείωση της εισαγωγής καυσίμων, τα οποία περιορίσθηκαν το επτάμηνο του 2016σε 4.478,1 εκατ. € από 6.364,1 εκατ. € της αντιστοίχου περιόδου του 2015 (-30%).

Το Ισοζύγιο Αγαθών (Εμπορικό Ισοζύγιο) εμφανίζει την παραδοσιακή του ελλειμματικότητα κατά το επτάμηνο -9.558,6 εκατ. € έναντι -10.211,9 εκατ. € της ιδίας περιόδου 2015 (-6,40%).

Σημαντική μείωση παρουσιάζει το έλλειμμα του Ισοζυγίου Καυσίμων, το οποίο από -2.405,6 εκατ. € το 2015 μειώθηκε κατά την υπό κρίση περίοδο, σε 1.348,6 εκατ. € (-44%). Οι Εισαγωγές Καυσίμων του επταμήνου 2016 ανήλθαν σε 4.478,1 εκατ. € έναντι 6.364,1 εκατ. € του επταμήνου 2015 (-30%).

Ειδικότερα τον μήνα Ιούλιο οι εισαγωγές καυσίμων περιορίζονται σχετικά σε 735,0 εκατ. € από 792,7 εκατ. € του Ιουλίου 2015 (-7%).

Οι Εξαγωγές Καυσίμων περιορίζονται επίσης σε 3.129,6 εκατ. € από 3.958,5 εκατ. € του επταμήνου 2015 (-21%). Επίσης τον μήνα Ιούλιο 2016 οι εξαγωγές καυσίμων παρουσιάζουν μείωση 500,8 εκατ. € έναντι των εξαγωγών Ιουλίου 2015, 565,8 εκατ. € (-11%).

Η μείωση του ελλείμματος αποδίδεται στην σημαντική πτώση των τιμών των υγρών καυσίμων, η οποία δεν προβλέπεται να διατηρηθεί επί μακρόν, μετά την συμφωνία των πετρελαιοπαραγωγών χωρών να σταθεροποιήσουν την ποσότητα της παραγωγής τους.

Το γεγονός αυτό θα ευνοήσει τις Αραβικές Χώρες παραγωγής πετρελαίου, το Ιράν, Ρωσία και πιθανόν Βενεζουέλα, ενώ θα δυσχεράνει την αναπτυξιακή προσπάθεια των χωρών της Ε.Ε. και κυρίως της Ελλάδος, οι οποίες στερούνται ιδίων πηγών ενέργειας.

Μακροχρονίως για την Ελλάδα να αποτελέσει κίνητρο για την αξιοποίηση των πιθανών Ελληνικών κοιτασμάτων πετρελαίου και Φυσικού Αερίου. Οι Συνολικές Εξαγωγές Αγαθών παρουσιάζουν σχετική κάμψη και περιορίζονται το επτάμηνο σε 13.776,4 εκατ. € από 14.838,4 εκατ. € (-7%).

Η μείωση αυτή αποδίδεται κυρίως στην κάμψη των εξαγωγών καυσίμων και στην οριακή μείωση των εξαγωγών χωρίς καύσιμα και πλοία αλλά και στην σχετική επίσης μείωση της πωλήσεως πλοίων.

Οι Πωλήσεις Πλοίων περιορίζονται σε αξία 114,2 εκατ. € από 157,6 εκατ. €, έναντι αγορών αξίας 218,2 εκατ. € από 511,8 εκατ. € (-57%) του αντιστοίχου επταμήνου 2015.
Οι Καθαρές Εξαγωγές Αγαθών (χωρίς καύσιμα και πλοία) εμφανίζουν σχετική κάμψη (-2%) και περιορίζονται σε 10.532,6 εκατ. € από 10.722,3 εκατ. € της προηγουμένης περιόδου.
Οι Καθαρές Εισαγωγές Αγαθών (χωρίς καύσιμα και πλοία) εμφανίζουν οριακή αύξηση το επτάμηνο 2016 και ανέρχονται σε 18.638,6 εκατ. € από 18.174,4 εκατ. € του 2015 (+3%).

Τον Ιούλιο 2016 παρουσιάζεται σημαντική αύξηση των αντιστοίχων εισαγωγών 2.685,8 εκατ. € από 2.078,7 εκατ. € του Ιουλίου 2015 (+29%).

Η μείωση της δυναμικής των εξαγωγών αποδίδεται στα capital controls, στην έλλειψη ρευστότητας, στο υψηλό κόστος δανεισμού, στην υψηλή φορολογία και στις καθυστερήσεις επιστροφής του Φ.Π.Α.

Οι Εισπράξεις από τον Τουρισμό παρουσιάζουν μείωση κατά το επτάμηνο του 2016 και περιορίζονται σε 6.782,5 εκατ. € από 7.128,1 εκατ. € (-5%). Η κάμψη αυτή κατά την συγκεκριμένη περίοδο, πρέπει να αποδοθεί στο μεταναστευτικό – προσφυγικό πρόβλημα, το οποίο έπληξε κυρίως τα νησιά του Β. Αιγαίου και την νήσο Κω.

Είναι χαρακτηριστική η αντίδραση των Tour Operators τον Αύγουστο του 2016, όταν συνεζητείτο το θέμα της εγκαταστάσεως προσφύγων – μεταναστών και στην Κρήτη. Εζήτησαν την μείωση των τιμών λόγω της υποβαθμίσεως της περιοχής που θα προέλθει από την εγκατάσταση των προσφύγων – μεταναστών.

Το θέμα αυτό συνιστά μόνιμη απειλή για την ποιότητα των προσφερομένων τουριστικών υπηρεσιών στην Χώρα μας.Οι Εισπράξεις από τις Μεταφορές εμφανίζουν σημαντική μείωση και περιορίζονται σε 4.277,4 εκατ. € από 6.895,4 εκατ. € του προηγουμένου επταμήνου του 2015 (-38%).

Η σημαντική αυτή μείωση (-38%) προήλθε αποκλειστικά από την δραματική πτώση των εισπράξεων από την Ναυτιλία, λαμβανομένου υπόψη ότι οι «Λοιπές Μεταφορές» παρουσίασαν αύξηση (+8%) και ανήλθαν σε 1.059,2 εκατ. € από 978,6 εκατ. € του προηγουμένου επταμήνου.

Το Ναυτιλιακό Συνάλλαγμα μειώθηκε (-46%) κατά την υπό κρίση περίοδο σε 3.218,2 εκατ. € από 5.916,8 εκατ. €. Η κάμψη αυτή αποδίδεται στην συνεχιζόμενη ναυτιλιακή κρίση, ιδιαίτερα στα πλοία ξηρού φορτίου, τα capital controls, στο αυξημένο κόστος λειτουργίας των ναυτιλιακών επιχειρήσεων στην Ελλάδα και στην αυξανόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης προς τουςΚυβερνητικούς χειρισμούς όσον αφορά στην Ναυτιλία.

Οι πληρωμές, κυρίως για την εξυπηρέτηση του Δημοσίου Χρέους, παρουσιάζουν μείωση (-20%) και ανέρχονται σε 2.593,6 εκατ. € από 3.258,1 εκατ. € του επταμήνου 2015. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στις ρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση του Δημοσίου Χρέους με την Ε.Ε.

Οι Άμεσες Επενδύσεις εμφανίζουν μεγάλη μείωση και φέρουν αρνητικό πρόσημο -1.681,8 εκατ. € από +423,5 εκατ. € του αντιστοίχου επταμήνου 2015.

Οι εξελίξεις αυτές επιβεβαιώνουν την επενδυτική άπνοια που μαστίζει την Χώρα και φέρουν την σφραγίδα της ελλείψεως εμπιστοσύνης από την διεθνή επιχειρηματική κοινότητα προς την ασκούμενη Κυβερνητική Πολιτική.

Η εμπιστοσύνη είναι ένα άυλο αγαθό, το οποίο χάνεται πολύ εύκολα και ανακτάται με μεγάλους κόπους και θυσίες σε βάθος χρόνου. Η Χώρα μας καλλιεργεί αντικίνητρα σχετικά με την προσέλκυση ξένων αλλά και Ελλήνων επενδυτών. Στην παρούσα φάση υφίσταται μια υποβόσκουσα αντιπαλότης μεταξύ κυβερνήσεως και επιχειρηματικότητας παρά τις διάφορες εξαγγελίες και δήθεν προθέσεις.

Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα στην εφαρμογή των επενδυτικών τους σχεδίων, μεταξύ των οποίων και διοικητικές επιβαρύνσεις, το ετήσιο κόστος των οποίων, σύμφωνα με μελέτη του ΟΟΣΑ, ανέρχεται συνολικά σε 3,28 δις €.

Για να επιτευχθεί η ανάπτυξη, δηλαδή να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, να αυξηθούν τα εισοδήματα και να βελτιωθεί το επίπεδο ζωής, απαιτούνται νέες επενδύσεις και εκσυγχρονισμός των υφισταμένων, με νέες τεχνολογίες και σύγχρονα καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό.

Το όχημα της οικονομικής αναπτύξεως πρέπει να είναι νέο και σύγχρονο, για να αναπτύξει ταχύτητα και να επιφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Β. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ

Η πορεία της Ελληνικής Οικονομίας δεν είναι ενθαρρυντική. Το Ισοζύγιο Πληρωμών εκφράζει την συνεχή μείωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας παραγωγής.
Η σχετική μείωση του ελλείμματος του Ισοζυγίου Πληρωμών δεν οφείλεται σε βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, αλλά στην μείωση των εισαγωγών, η οποία προήλθε από την μείωση της ζητήσεως, λόγω κάμψεως των εισοδημάτων και της αγοραστικής δυνάμεως των Ελλήνων και την επενδυτική άπνοια.

Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 86η θέση σε σύνολο 159 χωρών στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Φρέιζερ του Καναδά, μετά το Τατζικιστάν (84) και τη Σ. Αραβία (85) και πριν από το Πράσινο Ακρωτήριο (87) και την Τουρκία (90), ενώ η Βουλγαρία καταλαμβάνει την 45η θέση.

Το Institute for Management Development στην έκθεσή του για το 2015, κατέταξε την Ελλάδα από άποψη ανταγωνιστικότητας στην 56η θέση για το 2015 από την 50η που κατείχε το 2014.

Η Ελληνική Οικονομία κινδυνεύει να εγκλωβισθεί σε παρατεταμένη ύφεση. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ το πρώτο εξάμηνο του 2016 κατεγράφη ύφεση -1% έναντι, αντιστοίχου ανακάμψεως +0,6% του 2015.

Η ΕΛΣΤΑΤ διαπιστώνει ότι η ύφεση συνεχίζεται για τέταρτο συνεχόμενο τρίμηνο (α’ τρίμηνο -1%, β’ τρίμηνο -0,9%) έναντι αρχικών προβλέψεων αντιστοίχως -0,8% και -0,7%. Η εξέλιξη της υφέσεως αποτυπώνει την μείωση της ιδιωτικής καταναλώσεως και του όγκου των λιανικών πωλήσεων.

Η οικονομία μας στερείται δυναμικής για ανάπτυξη. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ τον Ιούνιο 2016 ο κύκλος εργασιών στο λιανικό εμπόριο υποχώρησε κατά 5,2% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2015, ενώ οι θερινές εκπτώσεις δεν κατόρθωσαν να ενισχύσουν την εμπορική κίνηση.

Το Ινστιτούτο της ΕΣΕΕ κατέγραψε υποχώρηση του τζίρου των εκπτώσεων κατά 9,7% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο με τις μισές επιχειρήσεις (53%) να καταγράφουν πτώση πωλήσεων και μόλις 14% αύξηση.

Σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (ΓΕΜΗ) στο διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 24.330 επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο.

Οι εξαγωγές του επταμήνου κατέγραψαν πτώση (-7%) για πρώτη φορά από το 2012. Η δυσμενής αυτή εξέλιξη οφείλεται στην έλλειψη ρευστότητας, τα capital controls, τις υψηλές οφειλές του Δημοσίου, την υπερφορολόγηση και στις καθυστερήσεις ενεργοποιήσεως του ΕΣΠΑ και του Αναπτυξιακού Νόμου.

Μείωση επίσης παρετηρήθη στα έσοδα από τον Τουρισμό (-5%) και την Ναυτιλία (-46%).

Η απορροφητικότητα του νέου ΕΣΠΑ (2014-2020) κινείται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα.

Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Οικονομίας το ποσοστό απορροφήσεως, στο τέλος Αυγούστου, δεν υπερέβη το 2,4%, αλλά στα τέλη του έτους θα ανέλθει στο 7% μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών ενάρξεως των έργων της προηγουμένης προγραμματικής περιόδου.

Το 2016 (ν+2) είναι το έτος που η Κυβέρνηση θα πρέπει να κλείσει τα έργα του προηγουμένου ΕΣΠΑ, ολοκληρώνοντας όλες τις διοικητικές ενέργειες εντάξεως ή απεντάξεως έργων, δηλαδή τη διαδικασία ξεκαθαρίσματος του παλαιού ΕΣΠΑ, αρκετά έργα από τα οποία θα μεταφερθούν στο νέο πρόγραμμα.

Οι δαπάνες που θα μεταφερθούν υπολογίζονται σε 500 εκατ. € και τα 400 εκατ. € εξ αυτών είναι δαπάνες έργων από το πρόγραμμα «περιβάλλον», ο μεγάλος παραδοσιακός ασθενής του ΕΣΠΑ. Επίσης ιδιαίτερες καθυστερήσεις παρουσιάζει το πρόγραμμα για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας.

Η Κυβέρνηση οφείλει να εντείνει τις προσπάθειές της, όσον αφορά στην αύξηση της απορροφητικότητας, διότι κινδυνεύει να απολέσει 1 δις €, τα οποία εισέπραξε το προηγούμενο έτος ως προκαταβολή για να καταστεί το ΕΣΠΑ εμπροσθοβαρές.

Τα Μεγάλα Προβλήματα που αντιμετωπίζει η Χώρα μας είναι: ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ – ΑΝΕΡΓΙΑ – ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ

Μόνον οι επενδύσεις μπορούν να προκαλέσουν ανάπτυξη, η οποία με την σειρά της θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, θα βελτιώσει την παραγωγικότητα, θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και εισοδήματα και θα καταστήσει το χρέος βιώσιμο.

Βασικός στόχος της Κυβερνήσεως πρέπει να είναι η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας με την δημιουργία του καταλλήλου κλίματος που θα προσελκύσει επενδύσεις.

Η δημιουργία του επενδυτικού κλίματος προϋποθέτει: Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αποκρατικοποιήσεις, σταθερό φορολογικό καθεστώς, μείωση των φορολογικών συντελεστών σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες και του ΕΝΦΙΑ, εκσυγχρονισμό και βελτίωση της Δημοσίας Διοικήσεως και του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, όπως και την προσαρμογή της εκπαιδεύσεως στις ανάγκες της σύγχρονης οικονομίας – κοινωνίας.

Η υπερφορολόγηση συνιστά τον μεγάλο βραχνά των επιχειρήσεων. Ο τελικός συντελεστής Φόρου Εισοδήματος ανέρχεται στο 44,39% για τις επιχειρήσεις ( Ν.Π.).

Το 29% συνιστά τον άμεσο φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων, ο οποίος προσαυξάνεται με το τέλος επιτηδεύματος για τις εταιρείες, τον φόρο επί των μερισμάτων και την εισφορά αλληλεγγύης.

Στην περίπτωση υπάρξεως και ΕΝΦΙΑ η προσαύξηση είναι 2-3 ποσοστιαίες μονάδες, ανάλογα με τον φόρο του ακινήτου.

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΣΕΒ, η πραγματική φορολογική επιβάρυνση της κερδοφορίας των Ελληνικών επιχειρήσεων και των μετόχων τους, εάν συνυπολογισθούν όλοι οι φόροι, τα τέλη και οι εισφορές που καταβάλλονται, προσεγγίζει το 57,5%.

Οι Ελληνικές επιχειρήσεις εκτός από την υπερφολορόγηση, αντιμετωπίζουν τις επιπτώσεις της πιστωτικής ασφυξίας, που προέρχεται από τα capital controls και την παρατεταμένη πιστωτική ανομβρία.

Αντιμετωπίζουν επίσης υψηλά επιτόκια, έλλειμμα αξιοπιστίας, γραφειοκρατία, τα οποία εκτοξεύουν το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων και επιδεινώνουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Τα συμπτώματα αυτής της σήψεως, επωφελούνται οι ξένες επιχειρήσεις, οι οποίες απολαμβάνουν ευνοϊκής μεταχειρίσεως, με αποτέλεσμα να αυξάνουν τα μερίδιά τους στην Ελληνική Αγορά και ουσιαστικά να αυξάνουν την απασχόληση στην δική τους Χώρα, ενώ στην Ελλάδα επιδεινούται περαιτέρω η ανεργία.

Η ανεργία, τον Ιούνιο 2016 ανήλθε σε 23,4%, οριακά βελτιωμένη έναντι του 24,9% του Ιουνίου 2015.

Η μείωση όμως της ανεργίας είναι συγκυριακή και οφείλεται κυρίως στον Τουρισμό, τις προσλήψεις στο Δημόσιο Τομέα (συμβάσεις ορισμένου χρόνου), αλλά και στην μείωση του εργατικού δυναμικού λόγω μεταναστεύσεως και αποθαρρύνσεως, εξαιτίας της μακράς διάρκειας αναζητήσεως εργασίας.

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για τον Μάιο 2016, η ανεργία στην Ελλάδα ανέρχεται στο 23,5%, όταν στην Ισπανία περιορίσθηκε στο 19,6% και στην Μάλτα είναι μόλις 3,9%.

Το Δ.Ν.Τ. εκτιμά ότι η ανεργία στην Ελλάδα έως το 2022 θα βρίσκεται στο 18% για να υποχωρήσει στο 12% σε 24 χρόνια, από σήμερα, δηλαδή το 2040 και να πέσει σε μονοψήφιο ποσοστό, υπό προϋποθέσεις, το σωτήριο αλλά και μακρινό έτος 2060.

Ο Τουρισμός διέσωσε την Ελληνική οικονομία.

Το 82,8% της αυξήσεως της μισθωτής εργασίας οφείλεται στον κλάδο του Τουρισμού. Κατά το επτάμηνο του 2016 αυξήθηκε η απασχόληση κατά 253.945 άτομα, εκ των οποίων 210.226 άτομα εξασφάλισαν εποχική απασχόληση στον Τουρισμό.

Η άμεση συμβολή του τουρισμού στην Εθνική μας Οικονομία ανέρχεται στο 10% και η συνολική στο 25% του ΑΕΠ. Τα βασικά προβλήματα των τουριστικών επιχειρήσεων είναι η υπερφορολόγηση, το μεταναστευτικό – προσφυγικό και η ολοκλήρωση του Ειδικού Χωροταξικού Σχεδίου.

Το προσφυγικό – μεταναστευτικό δημιούργησε πολλά προβλήματα στις νήσους Κω, Σάμο και Λέσβο με αποτέλεσμα την αντίστοιχη μείωση των τουριστικών εσόδων κατ α -15.1%, -26,1% και -59,5%.

Στον τομέα του τουρισμού υπάρχει σχετική αισιοδοξία και αναμένεται ότι οι συνολικές αφίξεις ξένων τουριστών να ξεπεράσουν τα 26,1 εκατ. που ήσαν πέρυσι, περιλαμβανομένης και της κρουαζιέρας (2,5 εκατ. άτομα), ενώ οι εισπράξεις θα ξεπεράσουν το περυσινό ρεκόρ των 14,12 δις €.

Τα στοιχεία του επταμήνου δεν δικαιολογούν αυτήν την αισιοδοξία, διότι καταγράφεται μείωση κατά 5% και υστέρηση 346 εκατ. € σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο 2015.

Οι εκπρόσωποι του τουρισμού επισημαίνουν την ανάδειξη νέων παραγόντων που επηρεάζουν την πορεία του Ελληνικού Τουρισμού και την ανταγωνιστικότητά του.

Ειδικότερα, οι αυξήσεις άνω του 10% στο καλάθι του τουρίστα, οι διαδοχικές αυξήσεις των συντελεστών του ΦΠΑ, η κατάργηση των μειωμένων συντελεστών των νησιών, καθώς και οι επιβαρύνσεις όλων των επιμέρους κλάδων του τουρισμού με νέα τέλη και φόρους, ενέτειναν την αλλαγή στην καταναλωτική τάση των τουριστών, με κύριο χαρακτηριστικό τις συγκαλυμμένες δαπάνες σε σχέση με προηγούμενες χρονιές.

Ανησυχητική εξέλιξη σε σχέση με τα ποιοτικά στοιχεία του ελληνικού τουρισμού αποτελεί και η πτώση κατά 6,3% της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι των ξένων τουριστών στη Χώρα μας για το επτάμηνο και κατά 8,9% για τον Ιούλιο.

Η πτώση περιόρισε την μέση δαπάνη ανά τουρίστα στα 542,1 € για το επτάμηνο.

Οι δύο χώρες που κέρδισαν σημαντικό μέρος των τουριστικών εσόδων που έχασε η Τουρκία, λόγω των φετινών προβλημάτων της με τις διαδοχικές τρομοκρατικές επιθέσεις και το επιχειρηθέν πραξικόπημα είναι η Ισπανία και η Κύπρος.

Το επτάμηνο 2016 οι τουριστικές εισπράξεις της Ισπανίας αυξήθηκαν κατά 7,9% και ανήλθαν σε 43 δις €, ενώ οι αντίστοιχες Κυπριακές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 13,7% και ανήλθαν σε 831,2 εκατ. €.

Η Τουρκία την αντίστοιχη χρονική περίοδο, υπέστη μείωση του τουρισμού της κατά 30,3% και το 1/3 της απώλειας προήλθε από την μείωση των Ρώσων τουριστών.

Η τουριστική βιομηχανία καλείται το 2017 να αντιμετωπίσει οξύτατο ανταγωνισμό λόγω επιθετικής επανόδου στην διεθνή αγορά των ανταγωνιστικών προορισμών, που εφέτος αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες και επιβάλλεται η λήψη μέτρων ενισχύσεως του τουρισμού.

Άλλως, θα αυξάνεται ο αριθμός των τουριστών, λόγω συγκριτικών φυσικών πλεονασμάτων της Χώρας μας, αλλά τα τουριστικά έσοδα θα εμφανίσουν σημαντική μείωση.

Ευαισθησία επίσης παρουσιάζει και ο κλάδος της κρουαζιέρας.

Σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Ενώσεως Κρουαζιέρας Ευρώπης (CLIA) η Χώρα μας κατατάσσεται όγδοη, με βάση την συνεισφορά του κλάδου στην τοπική οικονομία, ενώ η Ελλάδα αποτελεί σταθερά τον τρίτο δημοφιλέστερο προορισμό.

Η οικονομική συνεισφορά της κρουαζιέρας στην Ελληνική Οικονομία ανήλθε σε 489 εκατ. €, καταγράφοντας μείωση κατά 3,3% από τα 506 εκατ. € του 2014.

Παράλληλα προσφέρει εργασία σε 9.983 άτομα, οι συνολικές απολαβές των οποίων ανέρχονται σε 188 εκατ. €.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η οικονομική απόδοση της κρουαζιέρας άγγιξε τα 41 δις € το 2015.

Επισημαίνεται ότι η Ελλάς κατατάσσεται μετά την Νορβηγία (600 εκατ. €) και την Φιλανδία (623 εκατ. €) ενώ στην κορυφή είναι η Ιταλία με έσοδα από την κρουαζιέρα 4,5 δις € και ακολουθούν η Μεγ. Βρετανία (3,26 δις €), Γερμανία (2,95 δις €), Ισπανία (1,3 δις €) και Γαλλία (1,24 δις €).

Αρνητικά επηρεάζουν την ανάπτυξη της κρουαζιέρας, η έλλειψη των καταλλήλων λιμενικών εγκαταστάσεων, ιδίως σε νησιωτικούς προορισμούς και οι πολυήμερες απεργίες των λιμενεργατών.

Η Χώρα μας στερείται ουσιαστικά τουριστικής πολιτικής και η «πασαρέλα» δεν μπορεί να την αντικαταστήσει.

Η κρίση, που μαστίζει την Χώρα μας, έχει οδηγήσει σε δραματική θέση μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας.

Οι αμοιβές της εργασίας, όπως και οι συντάξεις έχουν μειωθεί δραματικά. Οι πρόσφατες κρατικές αλχημείες στον υπολογισμό των συντάξεων προκαλούν κοινωνική αναταραχή.

Επισημαίνονται παρεμβάσεις στον τομέα της Δικαιοσύνης (έκπτωση του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, ματαίωση της Διασκέψεως του ΣτΕ με την απίθανη επίκληση του «κλίματος των ημερών» από τον Πρόεδρο του ΣτΕ κ.λ.π.), η Παιδεία υποβαθμίζεται (εισακτέοι στα Πανεπιστήμια με βαθμό 5 και στα ΤΕΙ με βαθμό 1,5 κ.λ.π.), ενώ η κατάσταση στην Υγεία έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο.

Το «καλάθι της νοικοκυράς» παραμένει στην Ελλάδα ακριβότερη, παρά το γεγονός, ότι η οικονομία μας βρίσκεται σε καθεστώς αποπληθωρισμού για 41ο συνεχή μήνα.
Τα είδη διατροφής, κατά την Eurostat, Ιουλίου 2016, παρουσιάζουν αύξηση, οι τροφές είναι αυξημένες, κατά 2-3% έναντι του προηγουμένου έτους.

Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στον φαύλο κύκλο: αύξηση τιμής ειδών διατροφής λόγω Φ.Π.Α. (13% 24%), υποχώρηση καταναλώσεως, διατήρηση – αύξηση τιμών από βιομηχανία – λιανεμπόριο για αντιστάθμιση απωλειών στην εγχώρια αγορά.

Οι εξελίξεις αυτές σε συνδυασμό με την υψηλή ανεργία, ιδίως των νέων, έχουν δημογραφικές επιπτώσεις.

Η Ελλάδα θα είναι Χώρα γερόντων με συνεχώς μειούμενο πληθυσμό. Με βάση τις τάσεις του παρελθόντος και τις διαρθρωτικές μεταβολές του μέλλοντος το 2050 ο Ελληνικός πληθυσμός θα είναι 8,3 -10 εκατ. άτομα, δηλαδή μειωμένος κατά 800.000 – 2,5 εκατ. άτομα. Οι άνω των 65 ετών θα είναι 30-33% από 21% που είναι τώρα. Από το 2011 (εφαρμογή Α’ Μνημονίου) οι θάνατοι υπερτερούν των γεννήσεων.

Σβήνουμε ως φυλή.

Το Δημόσιο Χρέος δεν τιθασεύεται. Στις 30 Ιουνίου 2016 ανήρχετο σε 328 δις € και αποτέλεσε το 187% του ΑΕΠ.
Στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών παρατηρείται πλήρης απαξίωση της αγοράς των μετοχών και ομολόγων.

Ο Τραπεζικός κλάδος έχει πληγεί περισσότερο όλων των άλλων. Από τον Ιούνιο 2014 μέχρι πρόσφατα η μετοχή της Εθνικής Τραπέζης μειώθηκε κατά -99,5%, της Alpha Bank κατά -94,8%, της Eurobank κατά -98,5% και της Πειραιώς κατά -99,9%.

Τα Ελληνικά Ομόλογα και οι μετοχές είναι στα αζήτητα και το κλείσιμο της πρώτης αξιολογήσεως δεν άλλαξε την αρνητική εικόνα της Ελλάδος. Οι αποδόσεις των Ελληνικών τίτλων συγκρίνονται με αυτές της Ουκρανίας, Ν. Αφρικής, Τουρκίας και Μογγολίας.

Και όμως υπάρχουν αφελείς στην Κυβέρνηση, που πιστεύουν ότι η Χώρα μας το 2017 θα εξέλθει δοκιμαστικά στις διεθνείς αγορές προς αναζήτηση δανείων.

Τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο αυξήθηκαν το επτάμηνο του 2016 κατά 21,3% και ανήλθαν συνολικά στο ποσόν των 90,428 δις €. Άνω του 1 δις € αυξάνονται μηνιαίως τα χρέη προ το Δημόσιο, διότι έχει πλέον εξαντληθεί η φοροδοτική ικανότητα των Ελλήνων.

Όσον αφορά δε στην εκτέλεση του Προϋπολογισμού, κατεγράφη υστέρηση εσόδων κατά το διάστημα Ιανουαρίου – Αυγούστου 2016 κατά 450 εκατ. € έναντι του τεθέντος στόχου. Στην εξέλιξη αυτή αντιδρά η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων με ευρύ πρόγραμμα κατασχέσεων και πλειστηριασμού ακινήτων εναντίων των οφειλετών του Δημοσίου και των
Ασφαλιστικών Ταμείων. Τέσσερα (4) εκατομμύρια Έλληνες έχουν ληξιπρόθεσμα χρέη προ το Δημόσιο από τα οκτώ (8) εκατομμύρια των φορολογουμένων. Τα χρέη των νοικοκυριών προς τις Τράπεζες ανήλθαν σε 92,0 δις € εκ των οποίων τα 65,5 δις € για στεγαστικά δάνεια και 26,5 δις € για καταναλωτικά.

Περισσότεροι από 1,5 εκατ. Έλληνες ζουν κάτω από τα όρια της φτώχιας.

Στη φάση αυτή που διέρχεται η Εθνική μας Οικονομία μοναδικές ενθαρρυντικές πτυχές είναι η επιστροφή των συστημικών Τραπεζών σε τροχιά κερδοφορίας, η αύξηση του αριθμού των κερδοφόρων εισηγμένων επιχειρήσεων (104) έναντι των ζημιογόνων επιχειρήσεων (91) το α’ εξάμηνο 2016 και η σχετική δυναμική που εμφανίζει η βιομηχανία, με την παραγωγή στην μεταποίηση να κινείται θετικά και να πραγματοποιείται αύξηση κατά +4,3% το α’ εξάμηνο 2016.

Η βαριά όμως μεταποιητική δραστηριότητα (κλάδοι χαλυβουργίας και τσιμεντοβιομηχανίας) εξακολουθούν να πλήττονται, λόγω δραματικής κάμψεως της ζητήσεως, η οποία αθροιστικά κατά την επταετή περίοδο της κρίσεως εκτιμάται ότι μειώθηκε κατά 80-85%.

Θετική επίσης είναι η εξέλιξη των καταθέσεων οι οποίες αυξήθηκαν τον Αύγουστο κατά 1,3 δις €, λόγω τουρισμού και ανήλθαν σε 123,9 δις € από 122,6 δις €.
Το Προσχέδιο του νέου Προϋπολογισμού για το 2017, που κατετέθη στη Βουλή προβλέπει νέους φόρους, αυξήσεις ασφαλιστικών εισφορών και μειώσεις συντάξεων, συνολικού ύψους 3,3 δις €, πρωτογενές πλεόνασμα 1,8% του ΑΕΠ, μείωση της ανεργίας στο 22,4% και ρυθμό αναπτύξεως της οικονομίας 2,7%.

Το Δημόσιο Χρέος θα είναι 318,6 δις €.

Ο Προϋπολογισμός χαρακτηρίζεται ως άδικος διότι επιβαρύνει με περισσότερους φόρους τους πολίτες, άνισος διότι η έμμεση φορολογία είναι μεγαλύτερη της αμέσου φορολογίας, η οποία βασίζεται στην φορολογική ικανότητα των φορολογουμένων (άμεση φορολογία 44% - έμμεση φορολογία 56% επί των εσόδων) και αντιαναπτυξιακός διότι δεν αίρονται τα υφιστάμενα αντικίνητρα για την προσέλκυση επενδύσεων.

Ο προϋπολογισμός για το 2017, με ρυθμό αναπτύξεως 2,7%, παρά το γεγονός ότι συμπίπτει με την κοινοτική εκτίμηση, κρίνεται ιδιαίτερα αισιόδοξος, όσον δε αφορά στα πλεονάσματα, τα εμφανιζόμενα μεγέθη έχουν επικοινωνιακό χαρακτήρα, διότι το κράτος δεν ανταποκρίνεται στις οικονομικές του υποχρεώσεις προς επιχειρήσεις και οργανισμούς.

Υψηλοί ρυθμοί αναπτύξεως προϋποθέτουν σημαντικές επενδύσεις και ιδιαίτερα, ξένες επενδύσεις.

Οι αστοχίες της Κυβερνήσεως και η πληθώρα των αντικινήτρων που επικρατούν , έχουν δημιουργήσει κλίμα δυσπιστίας προς τους ξένους επενδυτές.
Το «πρώτη φορά Αριστερά» έχει πολύ βαρύ τίμημα.

Μια «Μεταλλαγμένη Κομμουνιστική Κυβέρνηση» δε μπορεί να προσελκύσει, ούτε εγχώριους ούτε ξένους επενδυτές.

Η Ελληνική Οικονομία θα σύρεται επί μακρόν και η μοναδική ελπίδα, είναι η ανάληψη της διακυβερνήσεως της Χώρας από πολιτικές δυνάμεις εμφορούμενες από κοινοτικές και φιλελεύθερες αντιλήψεις.

 

Αθήνα, 4 Οκτωβρίου 2016

Ο Συντάκτης
Γεώργιος Σ. Βλάχος
τ. Γενικός Γραμματέας
ΥΠΕΘΟ και ΥΕΝ

Περισσότερα νέα

News In English

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Εγγραφή NewsLetter